Νέα

Νέα

Φαρμακευτική πολιτική που  θα υποστηρίζει την καινοτομία

Φαρμακευτική πολιτική που θα υποστηρίζει την καινοτομία

Άρθρο Προέδρου ΣΦΕΕ κ. Ολύμπιου Παπαδημητρίου στο ένθετο αφιέρωμα για τη ΔΕΘ στην Ναυτεμπορική, 09/09/2024

 

Η φαρμακευτική βιομηχανία εισέρχεται σε μια νέα εποχή χάρη στην πρόοδο της επιστήμης και της τεχνολογίας. Πρωτοποριακές κυτταρικές και γονιδιακές θεραπείες γίνονται όλο και περισσότερο διαθέσιμες, δίνοντας νέα ελπίδα στους ασθενείς. Φιλοδοξία και αποστολή της φαρμακοβιομηχανίας είναι η μετατροπή της θεμελιώδους έρευνας σε καινοτόμες και προσβάσιμες θεραπείες για όλους.

Σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων & Συνδέσμων (EFPIA), η φαρμακευτική βιομηχανία έχει συμβάλει στην επιμήκυνση του προσδόκιμου ζωής των Ευρωπαίων κατά έως και 30 χρόνια σε σύγκριση με έναν αιώνα πριν, γεγονός που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στα καινοτόμα φάρμακα. Πολλαπλά βήματα στην έρευνα βιοφαρμακευτικών προϊόντων όλα τα τελευταία χρόνια, έχουν οδηγήσει σε μείωση της θνησιμότητας από νόσους όπως HIV/AIDS, ηπατίτιδα κ.λπ. καθώς και ορισμένοι τύποι καρκίνου μπορούν να ελεγχθούν ή ακόμα και να θεραπευτούν με νέες στοχευμένες θεραπείες. Αλλά και ασθενείς με σπάνιες παθήσεις απολαμβάνουν σημαντική βελτίωση στην ποιότητα της ζωής τους και το προσδόκιμο επιβίωσης. Επιπλέον, η φαρμακευτική καινοτομία μειώνει άλλες δαπάνες υγείας, όπως τις συνολικές ημέρες νοσηλείας στα νοσοκομεία, την ανάγκη για χειρουργικές επεμβάσεις, κ.λπ., επιτρέποντας στους ασθενείς να διαχειρίζονται καλύτερα τις χρόνιες παθήσεις τους και να αποφεύγουν επιπλοκές που απαιτούν ακριβότερη και εντατικότερη ιατρική φροντίδα.

Είναι απόλυτα λογικό λοιπόν, η φαρμακευτική καινοτομία να αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο κάθε συστήματος υγείας και πρέπει να αντιμετωπίζεται ως επένδυση και όχι ως κόστος. Είναι ζητούμενο, οι Έλληνες πολίτες να έχουν πρόσβαση σε όλα όσα η επιστήμη μπορεί να προσφέρει, τη στιγμή που τα χρειάζονται.

Πέρα από τη συμβολή στη Δημόσια Υγεία και στο Εθνικό Σύστημα Έρευνας και Καινοτομίας, η φαρμακευτική βιομηχανία στην Ελλάδα αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την εθνική οικονομία και ανάπτυξη, συνεισφέροντας περίπου 3,7% στο ΑΕΠ και στις εξαγωγές περίπου 2,7 δισ. ευρώ. Ο κλάδος μας απασχολεί άμεσα 23.000 εργαζόμενους και λειτουργούν 45 εργοστάσια.

Ωστόσο, από το 2012, η φαρμακευτική βιομηχανία στην Ελλάδα αντιμετωπίζεται ως πηγή μιας αχρείαστης δαπάνης που απλά επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό. Με την εφαρμογή των μνημονίων λόγω της οικονομικής κρίσης ξεκίνησε μια πολιτική συρρίκνωσης της δημόσιας δαπάνης για το φάρμακο και δημιουργήθηκε ένα τεράστιο χρηματοδοτικό κενό. Οι ανάγκες για φάρμακα αυξήθηκαν τα τελευταία έντεκα (11) χρόνια κατά 65%, ενώ η δημόσια χρηματοδότηση μειώθηκε κατά 22%, την ίδια περίοδο ! Η «δικαιολογία» των μνημονίων, όμως, έχει παρέλθει από το 2018 και πλέον αυτή η υστέρηση χρηματοδότησης δεν έχει βάση. Μάλιστα, τα δυο τελευταία χρόνια (2022-2023) έχουμε φτάσει δυστυχώς στο πρωτοφανές σημείο η συνεισφορά των φαρμακευτικών εταιρειών, μέσω των υποχρεωτικών επιστροφών, στη συνολική δαπάνη για φάρμακα,  να είναι μεγαλύτερη από τη δημόσια χρηματοδότηση, γεγονός που αποτελεί σίγουρα ευρωπαϊκό ρεκόρ υπερφορολόγησης.

Η ανάγκη για διαχείριση της κατάστασης προς μια βιώσιμη κατεύθυνση είναι επείγουσα, αλλά δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις. Σήμερα τα κρίσιμα ζητήματα είναι δύο: α) Η σταδιακή, ουσιαστική ενίσχυση της δημόσιας χρηματοδότησης για το φάρμακο και β) ο έλεγχος της ζήτησης και η ορθότερη δυνατή χρήση των διατιθέμενων πόρων. Είναι ανάγκη να ενισχυθεί σταδιακά η δημόσια χρηματοδότηση, ώστε να ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες των ασθενών της χώρας μας, λαμβάνοντας υπόψη τόσο την αύξηση του ΑΕΠ των τελευταίων ετών όσο και τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς μέσους όρους. Όσο και αν αυξηθεί η χρηματοδότηση, όμως, το πρόβλημα θα παραμείνει άλυτο εάν δεν συνδυαστεί με εξορθολογισμό της ζήτησης και πλήρη εφαρμογή ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων μέσω κυρίως της ψηφιοποίησης των συστήματος υγείας.

Η Κυβέρνηση έχει αναγνωρίσει πλέον αυτή την ανάγκη και μέσω ρήτρας που είχε μπει στο πλάνο του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) για την απόκλιση στόχων των επιστροφών (clawback) συγκριτικά με το 2020, υπάρχει ήδη μια ενίσχυση για τα έτη 2022-2025 που αναμένεται να κορυφωθεί με 400 εκατ. € την επόμενη χρονιά. Πρέπει να τονισθεί όμως ότι η φθίνουσα και στη συνέχεια στάσιμη δημόσια χρηματοδότηση για περίπου 10 χρόνια κάνουν αυτή την ενίσχυση να είναι ανεπαρκής.  Είναι σημαντικό από το 2026 και μετά, να υπάρξει ένα σταθερό και προβλέψιμο πλαίσιο αναπροσαρμογής του προϋπολογισμού που θα συμβαδίζει με τις αυξανόμενες θεραπευτικές και επιδημιολογικές ανάγκες.

Η διαθεσιμότητα καινοτόμων φαρμάκων και εμβολίων είναι καίριας σημασίας για όλους τους ασθενείς στην Ευρώπη. Στο επίκεντρο βρίσκονται -ή θα πρέπει να βρίσκονται- πολιτικές που μπορούν να ενισχύσουν την πρόσβαση στην καινοτομία και οι Κυβερνήσεις όλων των χωρών θα πρέπει να ανασυγκροτήσουν και να ενισχύσουν τα συστήματα υγείας μέσω νέων αποζημιωτικών πρακτικών και εξειδικευμένων χρηματοδοτικών εργαλείων. Ο ΣΦΕΕ έχει προτείνει τη δημιουργία Σχήματος Μεταβατικής Αποζημίωσης στην Ελλάδα για συγκεκριμένη κατηγορία καινοτόμων σκευασμάτων και ευελπιστούμε ότι θα εισακουστούμε.

Επιπλέον, η πρόσβαση των Ελλήνων ασθενών σε νέες θεραπείες μπορεί να ενισχυθεί μέσω της προσέλκυσης κλινικών μελετών. Για το σκοπό αυτό, όμως, μπορεί να εισαχθεί ένα νέο πρόγραμμα συμψηφισμού επενδύσεων με clawback (επιστροφές), αντίστοιχο εκείνου που λειτουργεί σήμερα στο πλαίσιο του RRF αλλά με αποκλειστική εστίαση στις επενδύσεις για κλινικές μελέτες με κύριους ωφελημένους τους Έλληνες ασθενείς, αλλά και την Εθνική οικονομία.

Τέλος, εδώ και αρκετά χρόνια, έχουμε αναφερθεί ως ΣΦΕΕ, στην υπογραφή ενός πολυετούς μνημονίου συνεργασίας μεταξύ της Πολιτείας και της φαρμακοβιομηχανίας, το οποίο θα συμβάλει στην προβλεψιμότητα και τη διαφάνεια. Βλέπουμε τελευταία αυτή τη συζήτηση να αναθερμαίνεται και μακάρι να οδηγηθεί σε αποτελέσματα.

Τα παραπάνω δείχνουν τον δρόμο που πρέπει να ακολουθήσει η Ελλάδα για να υιοθετήσει μια ανθρωποκεντρική και βιώσιμη φαρμακευτική πολιτική που θα υποστηρίζει την καινοτομία, ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητα της χώρας μας και προωθώντας τη Δημόσια Υγεία, την ανάπτυξη και την ευημερία των πολιτών.

Μετάβαση στο περιεχόμενο