Νέα

Νέα

Να ξαναχτίσουμε την πίστη και την εμπιστοσύνη στην Ελλάδα

Άρθρο του κου Πασχάλη Αποστολίδη, Προέδρου ΣΦΕΕ στο mononews.gr, 9 Φεβρουαρίου 2017

 

Ενώ έχουμε υπεραναλύσει λάθη, αδυναμίες και παθογένειες και μάλιστα, με μεγάλη οξυδέρκεια, μένουμε εγκλωβισμένοι εκεί, χωρίς να κάνουμε το επόμενο βήμα, δηλαδή χωρίς να εφαρμόζουμε τις λύσεις που απαιτούνται για να ξεφύγουμε από το φαύλο κύκλο της κρίσης. Αν και η σωστή διάγνωση αποτελεί την αναγκαία προϋπόθεση για την αναζήτηση της σωστής θεραπείας, από μόνη της δεν είναι αρκετή.

Για να ξαναχτίσουμε το brand name «Ελλάδα», χρειάζεται να ξαναχτίσουμε την πίστη και την εμπιστοσύνη στη χώρα, να αναβαθμίσουμε τη φήμη της, εδραιώνοντάς την ως προτιμητέο προορισμό σε αγορές-στόχους, να σταθούμε όχι στο τι φταίει, αλλά στο τι μπορούμε. Γιατί όσο κι αν οι ασθένειες της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας είναι χρόνιες, δεν είναι ανίατες.

Θα αποφύγω όμως τις γενικές τοποθετήσεις και θα σταθώ, συγκεκριμένα, στο χώρο του Φαρμάκου και της Υγείας γενικότερα. Ο Κλάδος του Φαρμάκου αποτελεί έναν από τους πιο καινοτόμους, παραγωγικούς και εξωστρεφείς κλάδους της Εθνικής Οικονομίας. Παρά τις τεράστιες πιέσεις που έχει δεχθεί τα χρόνια της κρίσης, παραμένει ένας δυναμικός Κλάδος και σημαντικός πυλώνας της οικονομίας του τόπου που προάγει το κοινό συμφέρον των ασθενών, των φαρμακευτικών επιχειρήσεων και των εργαζομένων σε αυτές. Και σε αυτό συνηγορούν και οι αριθμοί.

Ο κλάδος μας διατήρησε το σημαντικό του αποτύπωμα συμβάλλοντας στη διατήρηση 87.000 θέσεων εργασίας στον ευρύτερο χώρο της υγείας, ενώ την ίδια στιγμή έχει κατορθώσει να αποτελεί τη δεύτερη εξαγωγική δύναμη της χώρας, με την αξία των εξαγωγών φαρμάκων να αγγίζουν το € 1δις. Επιπλέον, συνεισφέρει 400 εκατ. σε φόρους και ασφαλιστικές εισφορές, επενδύει € 150 εκατ. σε έρευνα και ανάπτυξη και η άμεση επίδραση του κλάδου στο ΑΕΠ υπολογίζεται στα €1,1 δις, ενώ, αν συνυπολογιστούν και οι έμμεσες επιδράσεις καθώς και η συμβολή της αύξησης στην κατανάλωση, το συνολικό ποσό ξεπερνά τα €6 δις (~3,5% του ΑΕΠ της χώρας).

Οι διεθνείς φαρμακευτικές εταιρίες επενδύουν και ανταγωνίζονται διαρκώς στην καινοτομία, ενώ παράλληλα η στενή συνεργασία τους με τις ελληνικές εταιρίες διαμορφώνει μια ενιαία και ισχυρή φαρμακοβιομηχανία. Τρανή απόδειξη αυτού αποτελεί το γεγονός ότι η παραγωγή και συσκευασία των φαρμάκων των πολυεθνικών σε εγχώριες εταιρίες κατ’ όγκο είναι κατά μέσο όρο 29% και σε κάποιες περιπτώσεις ανέρχεται και στο 40%.

Γεγονός που καταδεικνύει τις δυνατότητες παραγωγικής δραστηριότητας, αλλά με μία προϋπόθεση: Ένα σταθερό και προβλέψιμο επιχειρηματικό περιβάλλον που θα επιτρέψει στον Κλάδο να προσελκύσει επενδύσεις, να αξιοποιήσει περισσότερο τις αναπτυξιακές δυνατότητες που έχει, ώστε να υποστηρίξει ένα βιώσιμο σύστημα υγείας, να δημιουργήσει θέσεις εργασίας υψηλού επιπέδου, να ενισχύσει τα δημόσια ταμεία.

Οι εταιρίες του Κλάδου μας επενδύουν διαρκώς στη δημιουργία αποτελεσματικών φαρμάκων και θεραπειών, για να διασφαλίσουν το δικαίωμα όλων στην υγεία και μια καλύτερη ποιότητα ζωής. Με υψηλό αίσθημα ευθύνης οι εταιρίες του φαρμακευτικού κλάδου διασφάλισαν ότι οι Έλληνες ασθενείς είχαν πρόσβαση στις αναγκαίες γι’ αυτούς θεραπείες, παρά την οικονομική αδυναμία της Πολιτείας, αλλά και τις συνθήκες επιχειρηματικής εξόντωσης που επικρατούν.

Το στοίχημα είναι πώς τα δικαιώματα, που διατηρήθηκαν στις πιο δύσκολες στιγμές, δεν θα χαθούν, πώς θα έχουμε ένα βιώσιμο και λειτουργικό Δημόσιο Σύστημα Υγείας ευρωπαϊκού επιπέδου και πώς ο χώρος της Υγείας και του Φαρμάκου θα αποτελέσουν προωθητική δύναμη ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Πώς δηλαδή κοινωνικοί και οικονομικοί στόχοι, μπορούν κινούμενοι παράλληλα, αλλά και σε συνέργεια, να οικοδομούν τον κοινό στόχο, μια Ελλάδα προόδου και ευημερίας χωρίς αποκλεισμούς.

Αυτή ακριβώς είναι και η πρόκληση, που επανειλημμένως η χώρα μας αποτυγχάνει να αντιμετωπίσει ενισχύοντας την παραδοξότητα του αυτονόητου, αυτών δηλαδή που επιτάσσει η λογική της κρίσης να προτάξει, ενώ ταυτόχρονα αφήνει την ευκαιρία ανεκμετάλλευτη βυθίζοντας τον κλάδο όλο και βαθύτερα στην κρίση, εξαντλώντας τα όρια των εταιριών και υποβιβάζοντας τους πολίτες της χώρας σε ασθενείς β’ κατηγορίας στην Ευρωπαϊκή ένωση.

Συνεπώς, η θεώρηση για το πως οργανώνεται η στρατηγική προς ένα βιώσιμο σύστημα Υγείας, διαφυλάσσοντας και ενισχύοντας ταυτόχρονα και την αναπτυξιακή προοπτική του φαρμακευτικού κλάδου πρέπει να αλλάξει.

Η «θεραπεία» λοιπόν δεν είναι άλλη από την εφαρμογή ουσιαστικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και την υιοθέτηση της έξυπνης διαχείρισης που μας επιτρέπει η τεχνολογία και που μπορούν να καταστήσουν εφικτό το στόχο της απόκτησης ενός πρότυπου Δημόσιου Συστήματος Υγείας, με σεβασμό στις δημοσιονομικές δυνατότητες της χώρας.

Αλλά να καταστεί σαφές ότι «θεραπεία» δεν σημαίνει τυφλή περικοπή της φαρμακευτικής δαπάνης ούτε επιβολή οριζόντιων μέτρων, όπως πχ το προτεινόμενο μέτρο επιβολής 25% επιπλέον προκαταβολικών εκπτώσεων (rebate) στα νέα καινοτόμα φάρμακα, ούτε ο καθορισμός χωρών με Αξιολόγηση Τεχνολογιών Υγείας (HTA), που θα καθυστερούν την είσοδο των νέων φαρμάκων στη χώρα, μέτρων δηλαδή που τιμωρούν την καινοτομία και βάζουν σε κίνδυνο τον Έλληνα ασθενή.

Σημαίνει μεταρρυθμίσεις και συνολικότερος έλεγχος των δαπανών του συστήματος και της κατανομής των πόρων. Όπως επίσης είναι αυτονόητο ότι για να διασφαλίζεται η ισότιμη πρόσβαση των ασθενών στο φάρμακο… για να είναι σε θέση το σύστημα υγείας να παρέχει τα προϊόντα της επανάστασης που εξελίσσεται … η Πολιτεία πρέπει να λαμβάνει υπόψη της και τις ιδιαιτερότητες της Φαρμακευτικής επένδυσης.

Η πατρίδα μας παραδοσιακά έχει καταφέρει να διακρίνεται για τις υψηλής ποιότητας υπηρεσίες υγείας, το άριστα εκπαιδευμένο προσωπικό, τις καλές υποδομές και τον διεθνώς αναγνωρισμένο για την ποιότητα των προϊόντων του φαρμακευτικό κλάδο. Αυτό δίνει στη χώρα μας βάσιμες ελπίδες και για βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη, καθώς ο Κλάδος μπορεί να αποτελέσει βασικό πυλώνα του νέου παραγωγικού μοντέλου εξωστρέφειας και καινοτομίας, που καλούμαστε να οικοδομήσουμε, για να σταθούμε με επιτυχία στον διεθνή ανταγωνισμό.

Αρκεί να του δοθεί η δυνατότητα να αναπτύσσει τη δράση του σε σταθερό πολιτικό περιβάλλον, με μειωμένη γραφειοκρατία και με φορολογικές και επενδυτικές διευκολύνσεις.

Επιπροσθέτως η ενίσχυση και προώθηση της ήδη επιτυχημένης συνεργασίας της τοπικής παραγωγής και του διεθνή επιχειρηματικού παράγοντα θα φέρει και έσοδα και επενδύσεις, δημιουργώντας ταυτόχρονα θέσεις εργασίας υψηλής εξειδίκευσης και συμβάλλοντας καθοριστικά στην αναστροφή του φαινομένου brain drain.

Στην ίδια κατεύθυνση, η αξιοποίηση των κλινικών μελετών, πέρα από τα προφανή οφέλη για τους Έλληνες ασθενείς να έχουν άμεση πρόσβαση σε καινοτόμες θεραπείες, συμβάλλουν και αυτές στην αύξηση των άμεσων ξένων επενδύσεων και στη μείωση της ανεργίας του επιστημονικού προσωπικού. Η Ελλάδα διαθέτει τα εχέγγυα – επιστημονικό δυναμικό, υποδομές, εξειδίκευση και τεχνογνωσία – ώστε να μετατραπεί σε διεθνή προορισμό επιλογής για την κλινική έρευνα.

Ο φαρμακευτικός κλάδος είναι στην πρώτη θέση στα κονδύλια R&D, ενώ περισσότερα από 7.000 φάρμακα παγκοσμίως βρίσκονται υπό ανάπτυξη. Συνεπώς ο καθένας αντιλαμβάνεται την ευκαιρία, καθώς οι δυνατότητες δεν μας λείπουν, μόλις βεβαίως, η γραφειοκρατία και οι αντιεπιχειρηματικές αγκυλώσεις εκλείψουν. Αξίζει να σημειωθεί μάλιστα πως τα οφέλη για τη χώρα ξεδιπλώνονται και πέραν του τομέα της Υγείας, στηρίζοντας και άλλους παραγωγικούς τομείς όπως συμβαίνει με τον ιατρικό τουρισμό, την αποκέντρωση των παραγωγικών μονάδων κ.α.

Περιγράφοντας σε πολλές αδρές γραμμές τις μεγάλες δυνατότητες του φαρμακευτικού κλάδου, θέλω να κλείσω τονίζοντας ότι o Κλάδος του Φαρμάκου είναι μέρος ενός δημιουργικού παζλ, που μπορεί να συνθέσει την εικόνα της νέας Ελλάδας που ξαναστέκεται στα πόδια της και με αυτοπεποίθηση κοιτά το μέλλον. Είναι μέρος της λύσης που ως κοινωνία αναζητούμε, για να ξεφύγουμε οριστικά από την κρίση, να αναβαθμίσουμε τη φήμη μας και να ξαναχτίσουμε το brand name μας στην παγκόσμια αγορά.

 

Μετάβαση στο περιεχόμενο