Στην Ελλάδα η καινοτομία τιμωρείται
Συνέντευξη Προέδρου ΣΦΕΕ κ. Ολύμπιου Παπαδημητρίου στο αφιέρωμα περί Καινοτομίας στο “Plan Be”, 17/12/2024
- Σας έχουμε ακούσει να λέτε ότι στην Ελλάδα η καινοτομία τιμωρείται. Τι ακριβώς εννοείτε με αυτό; Και τι σημαίνει αυτό στην πράξη τόσο για τον φαρμακευτικό κλάδο, όσο και για τους ασθενείς;
Η υποχρηματοδότηση της φαρμακευτικής δαπάνης, αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων, και οι συνθήκες που η Πολιτεία έχει επιτρέψει να διαμορφωθούν στο χώρο του φαρμάκου, έχουν φέρει τις φαρμακευτικές επιχειρήσεις σε οριακό σημείο, διακυβεύοντας την πρόσβαση των Ελλήνων ασθενών σε υπάρχουσες, αλλά κυριότερα σε μελλοντικές καινοτόμες θεραπείες. Μάλιστα από το 2022 και μετά το πρόβλημα έχει ενταθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε να παρατηρούμε το μοναδικό φαινόμενο στα ευρωπαϊκά χρονικά όπου η κρατική χρηματοδότηση στη φαρμακευτική δαπάνη είναι λιγότερη από τη συνεισφορά της φαρμακοβιομηχανίας, μέσω των υποχρεωτικών επιστροφών. Στην Ελλάδα, το 2022, η συνολική φαρμακευτική δαπάνη (νοσοκομειακή και έξω-νοσοκομειακή) έφτασε τα €6,2 δις, ενώ το 2023 ξεπέρασε τα €7,0 δις. Η φαρμακοβιομηχανία κάλυψε τα €2,9 δις το 2022 και περίπου €3,5 δις το 2023, συνεισφέροντας σε μεγαλύτερο ποσοστό στη συνολική δαπάνη και από το ίδιο το κράτος. Η ανεπάρκεια του φαρμακευτικού προϋπολογισμού κορυφώθηκε στη νοσοκομειακή δαπάνη για το 2023, όπου οι υποχρεωτικές επιστροφές ξεπέρασαν το 80% κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους για τα φάρμακα άνω των 30€ (που αντιστοιχούν περίπου σε 85% της νοσοκομειακής δαπάνης για το φάρμακο).
Φαίνεται λοιπόν ξεκάθαρα πως στην Ελλάδα η καινοτομία τιμωρείται! Αυτό έχει άμεσες συνέπειες στους Έλληνες ασθενείς, καθώς διακυβεύεται η εισαγωγή καινοτόμων φαρμάκων για απειλητικές για τη ζωή ασθένειες. Ήδη τα μηνύματα που έρχονται από αρκετές εταιρείες μέλη μας είναι πως αδυνατούν λόγω συνθηκών να φέρουν στη χώρα αρκετά νέα φάρμακα, τουλάχιστον στο ορατό μέλλον. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες μελέτες της IQVIA, για το χρονικό διάστημα 2020 – 2023, μόνο ένα στα πέντε (1/5) νέα φάρμακα που εγκρίθηκαν κεντρικά στην Ευρώπη ήρθαν στην Ελλάδα.
Η φαρμακευτική καινοτομία πρέπει να αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο του συστήματος υγείας και να αντιμετωπίζεται ως επένδυση, όχι ως κόστος. Είναι ζωτικής σημασίας οι Έλληνες πολίτες να έχουν άμεση πρόσβαση σε όλα όσα η επιστήμη έχει να προσφέρει, τη στιγμή που τα χρειάζονται.
- Είναι γεγονός ότι οι φαρμακευτικές εταιρείες επενδύουν μεγάλα ποσά στον τομέα της Έρευνας και Ανάπτυξης, με αποτέλεσμα αυτή τη στιγμή να υπάρχει μεγάλος αριθμός νέων και πολλά υποσχόμενων φαρμάκων υπό ανάπτυξη. Δεδομένων των υφιστάμενων περιορισμών στην Ελληνική Οικονομία, πόσο αισιόδοξη είδηση μπορεί να είναι αυτή για τους ασθενείς στην Ελλάδα; Είναι εφικτό, τελικά, αυτό το «όλα τα φάρμακα για όλους τους ασθενείς»;
Σήμερα υπάρχουν πάνω από 5.000 φαρμακευτικές εταιρείες παγκοσμίως με τμήματα έρευνας & ανάπτυξης και πάνω από 9.000 μόρια υπό ανάπτυξη. Το μέσο κόστος ανάπτυξης ενός φαρμάκου έχει φτάσει σήμερα τα 2,5 δισεκατομμύρια δολάρια HΠΑ και κατά μέσο όρο, από τα φάρμακα αυτά που σχεδιάζονται στο εργαστήριο μόνο 1-2 θα φτάσουν να εγκριθούν. Διανύουμε λοιπόν τον «Χρυσό Αιώνα» της Φαρμακευτικής Καινοτομίας. Πράγματι πρωτοποριακές κυτταρικές και γονιδιακές θεραπείες τίθενται όλο και συχνότερα στη διάθεση των ιατρών, δίνοντας ελπίδα στους ασθενείς. Θεραπείες για ασθένειες όπως η νόσος Alzheimer, η μη αλκοολική στεατοηπατίτιδα, η παχυσαρκία, διάφοροι τύποι καρκίνου και σπάνια νοσήματα, όπως η μυϊκή δυστροφία Duchenne, αναμένονται να προσφέρουν σημαντικές θεραπευτικές επιλογές, αλλάζοντας ζωές και παρατείνοντας τη ζωή για πολλούς ασθενείς. Φιλοδοξία και αποστολή της φαρμακοβιομηχανίας είναι η μετατροπή της θεμελιώδους έρευνας σε καινοτόμες και προσβάσιμες θεραπείες για όλους.
Όμως, ο φαρμακευτικός κλάδος, ένας από τους σημαντικότερους πυλώνες του συστήματος υγείας και της οικονομικής ανάπτυξης, σήμερα βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σημείο, με αποτέλεσμα να πλήττεται η βιωσιμότητα των φαρμακευτικών επιχειρήσεων και να απειλείται η βιωσιμότητα του συστήματος υγείας και – το κυριότερο – η πρόσβαση των Ελλήνων ασθενών σε υπάρχουσες και σε νέες, πρωτοποριακές, καινοτόμες θεραπείες. Στην Ελλάδα η σκληρή πραγματικότητα διαμορφώνεται μέχρι τώρα από την περιορισμένη χρηματοδότηση και τις περιορισμένες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, κατάσταση που πρέπει να αλλάξει άμεσα. Είναι λυπηρό να γίνονται τόσο μεγάλα άλματα στην επιστήμη και να μην τα απολαμβάνουμε στην Ελλάδα ή να τα λαμβάνουμε με καθυστέρηση.
Είναι επιτακτική ανάγκη να δημιουργήσουμε τώρα, σήμερα, όλες εκείνες τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για τη βελτίωση της κατάστασης. Ο ΣΦΕΕ καταθέτει στην Πολιτεία διαχρονικά ρεαλιστικές και τεκμηριωμένες προτάσεις και τονίζει πως:
- Η σταδιακή αύξηση της δημόσιας επένδυσης στο φάρμακο κρίνεται απαραίτητη, καθώς θα επιτρέψει τη μείωση της πίεσης στο σύστημα υγείας μέσω της διάθεσης περισσότερων πόρων.
- Ταυτόχρονα πρέπει να ολοκληρωθεί η ψηφιοποίηση του συστήματος υγείας και να ολοκληρωθούν όλες οι μεταρρυθμίσεις που θα επιτρέψουν τη μείωση της σπατάλης, όπου υπάρχει, και την αποδοτικότερη λειτουργία του συστήματος υγείας.
- Να ενισχυθεί η καθολική πρόσβαση των ασθενών στην καινοτομία, να γίνουν δηλαδή τα νέα φάρμακα διαθέσιμα σε όλους όσους τα έχουν ανάγκη.
- Η προσέλκυση επενδύσεων σε κλινικές μελέτες μπορεί να ενισχύσει και την πρόσβαση των Ελλήνων ασθενών σε νέες, καινοτόμες θεραπείες αλλά και την ανταγωνιστικότητα της χώρας, φέρνοντας επιπλέον πόρους και τεχνογνωσία.
Το ζητούμενο δεν είναι «όλα τα φάρμακα για όλους τους ασθενείς» αλλά «ο κάθε ασθενής να έχει το φάρμακο που χρειάζεται». Έτσι θα πλησιάσουμε περισσότερο στην δημιουργία ενός βιώσιμου συστήματος υγείας, για όλους τους εμπλεκόμενους εταίρους.
- Κι ενώ η καινοτομία σε όλους τους υπόλοιπους τομείς είναι συνυφασμένη με την πρόοδο και την ανάπτυξη, στον χώρο του Φαρμάκου έχει ταυτιστεί με το κόστος/δαπάνη. Με ποια επιχειρήματα μπορεί να ανατραπεί αυτή η αντίληψη και να ταυτιστεί, ως θα όφειλε, με μια επένδυση στην οικονομία και την κοινωνία;
Η φαρμακευτική καινοτομία, αντί να αντιμετωπίζεται ως κόστος, πρέπει να αναγνωριστεί ως επένδυση στην κοινωνία και την οικονομία, καθώς η συνεισφορά της στη Δημόσια Υγεία είναι ανεκτίμητη.
Σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων και Συνδέσμων (EFPIA), η φαρμακευτική καινοτομία έχει συμβάλει στην επιμήκυνση του προσδόκιμου ζωής των Ευρωπαίων κατά σχεδόν 30 χρόνια τον τελευταίο αιώνα. Ενδεικτικά, ασθένειες όπως ο HIV και η ηπατίτιδα C, που παλαιότερα ήταν θανατηφόρες, έχουν εξελιχθεί σε διαχειρίσιμες χρόνιες παθήσεις. Το ανεκτίμητο αποτύπωμα της φαρμακευτικής καινοτομίας για τους ασθενείς, την οικονομία και την κοινωνία αναδείχθηκε περίτρανα – αλλά και δραματικά – με την πανδημία του κορωνοϊού. Η μάχη με τα νοσήματα συνεχίζεται αμείωτη, καταγράφονται, όμως, πλέον ολοένα και περισσότερες νίκες χάρη στις καινοτόμες θεραπείες. Η φαρμακευτική καινοτομία αποτελεί πυλώνα του συστήματος υγείας, καθώς με τις νέες θεραπείες μειώνεται η ανάγκη για νοσηλείες χειρουργεία, καθώς και οι επιπλοκές χρόνιων ασθενειών, περιορίζονται οι ημέρες νοσηλείας, μειώνονται οι δαπάνες του συστήματος υγείας και παράλληλα αυξάνεται η ποιότητα ζωής των ασθενών και η παραγωγικότητά τους.
Η φαρμακευτική καινοτομία ωστόσο, αν δεν αντιμετωπίζεται με βιώσιμους όρους, δεν θα είναι διαθέσιμη στη χώρα μας. Η σοβαρότερη πρόκληση αφορά στις υποχρεωτικές επιστροφές που ζητούνται από τις εταιρείες, οι οποίες είναι οι υψηλότερες στην Ευρώπη. Ήδη, το 2023 αυτό το ποσοστό εκτοξεύθηκε σχεδόν στο 80% για νοσοκομειακά φάρμακα και θεραπείες που σώζουν ζωές και είναι απαραίτητα για τους ασθενείς.
Η ενίσχυση της κρατικής χρηματοδότησης για το φάρμακο, οι διαρθρωτικές αλλαγές και η διεύρυνση της πρόσβασης των ασθενών στην καινοτομία πρέπει να αποτελέσουν άμεσες πολιτικές προτεραιότητες.
- Ως πρόεδρος του ΣΦΕΕ, έχετε προτείνει επανειλημμένως τη σύσταση ενός Ταμείου Καινοτομίας για τη χρηματοδότηση των νέων θεραπειών. Ποιο είναι το σκεπτικό ως προς τον τρόπο λειτουργίας του εν λόγω Ταμείου; Πώς θα μπορούσε να γίνει πράξη;
Η πρόταση για τη δημιουργία ενός Ταμείου Καινοτομίας, ή Σχήματος Μεταβατικής Αποζημίωσης (ΣΜΑ), αποσκοπεί στην άμεση ενίσχυση της πρόσβασης των Ελλήνων ασθενών σε καινοτόμες θεραπείες. Ουσιαστικά, το ΣΜΑ θα επιτρέπει τη χρηματοδότηση νέων θεραπειών πριν από την πλήρη ένταξή τους στο σύστημα αποζημίωσης, περιορίζοντας τις καθυστερήσεις μεταξύ της έγκρισης των φαρμάκων από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (EMA) και την πλήρη κάλυψή τους από το σύστημα υγείας.
Αυτό θα εξασφαλίσει στους ασθενείς την έγκαιρη πρόσβαση σε προηγμένες θεραπείες, οι οποίες είναι συχνά κρίσιμες για την επιβίωσή τους και την ποιότητα ζωής τους. Η άμεση εφαρμογή ενός τέτοιου Ταμείου απαιτεί, βεβαίως, σωστό σχεδιασμό και εξασφάλιση επαρκών επιπλέον χρηματοδοτικών πόρων.
- Μια και βρισκόμαστε μια ανάσα πριν από το νέο έτος, ας κλείσουμε με ένα σχόλιο εν είδει πρόβλεψης: Ποιο είναι το πιο ευοίωνο και το πιο δυσοίωνο σενάριο για το δίπτυχο Καινοτομία – Υγεία στη χώρα μας για το 2025; Και προς ποιο εκ των δύο κλίνετε, βάσει της εμπειρίας σας;
Το 2025 και τα επόμενα χρόνια αναμένεται να έρθουν σημαντικές εξελίξεις στον τομέα της υγείας, με τομείς όπως η εξατομικευμένη ιατρική, οι κυτταρικές και γονιδιακές θεραπείες, τα αντικαρκινικά εμβόλια και η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης να βρίσκονται στο προσκήνιο. Η Ελλάδα έχει την υποχρέωση να εξασφαλίσει την πρόσβαση των πολιτών της στις θεραπείες αυτές, εφόσον τις χρειάζονται.
Ωστόσο, η χώρα αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις, καθώς η χρηματοδότηση του φαρμάκου υπολείπεται του αντίστοιχου Ευρωπαϊκού μέσου όρου, ενώ οι πιέσεις στο σύστημα υγείας αυξάνονται λόγω της γήρανσης του πληθυσμού και των χρόνιων νοσημάτων. Είναι κρίσιμο να υιοθετηθούν πολιτικές που θα ενισχύσουν τη συνεργασία μεταξύ φαρμακευτικής βιομηχανίας και Πολιτείας και θα εξασφαλίσουν τη βιωσιμότητα του συστήματος υγείας.
Το ευοίωνο σενάριο για το 2025 εμπεριέχει τη σταδιακή ουσιαστική αύξηση της δημόσιας χρηματοδότησης για το φάρμακο, τη μείωση της σπατάλης, την υιοθέτηση ψηφιακών εργαλείων και τον έλεγχο της συνταγογράφησης, την αύξηση των κλινικών μελετών, την ενίσχυση των συνεργασιών διεθνών και ελληνικών εταιρειών και την αναγνώριση της αξίας της καινοτομίας προς όφελος των ασθενών, ενώ το δυσοίωνο σενάριο συνδέεται με την ανεπαρκή αύξηση της χρηματοδότησης και τη συνέχιση της κωλυσιεργίας στην υλοποίηση των απαραίτητων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Αγνοώντας την έως τώρα αρνητική εμπειρία, ελπίζω και κλίνω προς το πρώτο σενάριο, ώστε το 2025 και τα επόμενα χρόνια να είναι πραγματικά ευοίωνα για τους Έλληνες ασθενείς.