Οριζόντια, φοροεισπρακτικά μέτρα σε βάρος του Έλληνα ασθενή και της καινοτομίας διαπιστώνει ότι προωθούνται για άλλη μια φορά, στη συνένευντευξή του στη EurActiv Ελλάδας ο πρόεδρος του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ), κ. Πασχάλης Αποστολίδης, τη στιγμή που η φαρμακευτική δαπάνη στην Ελλάδα βρίσκεται κάτω από το 50% του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Η τιμωρία στην ουσία της καινοτομίας ωστόσο, μετατρέπει τους Έλληνες ασθενείς σε πολίτες μειωμένων δικαιωμάτων, όπως χαρακτηριστικά λέει.
Ο κ. Αποστολίδης παρουσιάζει τις δραματικές συνθήκες που επικρατούν στην Ελλάδα και επισημαίνει ότι τα νέα μέτρα που προωθούνται βάζουν ουσιαστικά φραγμό στην εισαγωγή καινοτόμων φαρμάκων ενώ παράλληλα δεν αντιμετωπίζουν τα προβλήματα υγείας που διαπιστωμένα παρουσιάζουν αύξηση σε περιόδους κρίσης.
Παράλληλα, ο Πρόεδρος του ΣΦΕΕ υπογραμμίζει την εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει ο κλάδος της φαρμακοβιομηχανίας -που όπως τονίζει λειτουργεί εδώ και καιρό πάνω από τα όρια αντοχής του και πλέον χιλιάδες θέσεις εργασίας τίθονται σε κίνδυνο.
Ολόκληρη η Συνένεντευξη του προέδρου του ΣΦΕΕ:
Παρά τη δραστική μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης στην Ελλάδα, η έρευνα του OECD δείχνει ότι εξακολουθούν να υπάρχουν μη ορθολογιστικές δαπάνες, π.χ. στη χρήση αντιβιοτικών ή στη νοσοκομειακή δαπάνη όπου η χώρα εξακολουθεί να βρίσκεται πολύ ψηλά σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ποια είναι η δική σας θέση;
Η Ελλάδα στα χρόνια της κρίσης έχει περικόψει δραματικά τη φαρμακευτική δαπάνη, με αποτέλεσμα σήμερα να βρίσκεται στο 50% του μέσου Ευρωπαϊκού όρου!
Με δεδομένο, μάλιστα, ότι πλέον έχει καθοριστεί κλειστός προϋπολογισμός -ο οποίος αξίζει να σημειωθεί πως δεν προσδιορίστηκε με βάση επιδημιολογικά και νοσολογικά κριτήρια- τα οικονομικά περιθώρια εξοικονόμησης έχουν ξεπεραστεί εδώ και καιρό. Βασική στόχευση του εξορθολογισμού θα πρέπει να είναι σε άλλα κέντρα κόστους που αφορούν μάλιστα στο 85% των συνολικών δαπανών.
Σε ότι αφορά, πάντως, τη φαρμακευτική δαπάνη, περαιτέρω εξορθολογισμός είναι εφικτό να επιτευχθεί με την ολοκλήρωση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, όπως τα μητρώα ασθενών, τα πρωτόκολλα ασθενειών και την αξιολόγηση θεραπειών, για τις οποίες συνεχώς προτρέπουμε την Κυβέρνηση να προχωρήσει στην άμεση εφαρμογή τους.
Αυτές οι μειώσεις έχουν οδηγήσει και σε υποβάθμιση της παρεχόμενης περίθαλψης στην Ελλάδα; Θα λέγατε ότι πλέον κινδυνεύει ο Έλληνας ασθενής;
Η διασύνδεση των δαπανών με ένα ραγδαία συρρικνούμενο ΑΕΠ, η υποχρηματοδότηση του συστήματος υγείας, η απουσία της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας και η υπολειτουργία της Δευτεροβάθμιας επιβαρύνει τη λειτουργία των δημόσιων μονάδων παροχής υπηρεσιών υγείας λόγω αυξημένης ζήτησης κι έχει οδηγήσει σε δυσχερή πρόσβαση τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Και αυτό δεν είναι απλώς ένα ζήτημα της οικονομίας, είναι ζήτημα Δημόσιας Υγείας.
Η αύξηση των ψυχικών διαταραχών, των προβλημάτων εθισμού και εξάρτησης σε ουσίες, των αυτοκτονιών και της θνησιμότητας από ισχαιμική καρδιοπάθεια είναι οι πιο εμφανείς επιπτώσεις της κρίσης στην υγεία του πληθυσμού (Στοιχεία από Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας), οι οποίες κατανέμονται διαφορετικά μεταξύ των κατοίκων της χώρας, με τις χαμηλότερα κοινωνικές τάξεις να διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο.
Τα στοιχεία και η διεθνής βιβλιογραφία δείχνουν σημαντικές επιπτώσεις της κρίσης για την κοινωνία, όπως: αύξηση του ποσοστού του πληθυσμού σε κατάσταση ένδειας, αύξηση της ιδιωτικής συμμετοχής στα φάρμακα, μείωση υπηρεσιών που θεωρούνται πολυτέλεια – όπως οι οδοντιατρικές υπηρεσίες-, προβλήματα στην πρόσβαση σε γιατρό ή σε πρωτοβάθμια μονάδα φροντίδας, αύξηση της κατάθλιψης, ξέσπασμα επιδημιών μεγάλης κλίμακας, συμπεριλαμβανομένου ελονοσίας, Η1Ν1, Δυτ. Νείλου αλλά και Ηπατίτιδας C και HIV -, επιδείνωση της βρεφικής θνησιμότητας.
Αυτές οι δραματικές κοινωνικές επιπτώσεις είναι απόρροια της μείωσης της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης που υλοποιήθηκε πρακτικά μέσω της μετάθεσης του χρηματοδοτικού βάρους στους ασθενείς και στις φαρμακευτικές εταιρίες κι οδηγώντας παράλληλα σε φαρμακευτική «φτωχοποίηση» των Ελλήνων σε σχέση με τους υπόλοιπους ευρωπαίους πολίτες και σε κατάρρευση των δεικτών Υγείας στη χώρα μας.
Δηλαδή, το κράτος διαθέτει ολοένα και λιγότερους πόρους για τη φαρμακευτική περίθαλψη, με αποτέλεσμα η φαρμακευτική δαπάνη να έχει μειωθεί περισσότερο από 60% σε σχέση με τα επίπεδα προ κρίσης, ενώ παράλληλα αυξάνει τη συμμετοχή των ασθενών, καθώς και τα ποσοστά των αυτόματων επιστροφών από τις φαρμακευτικές εταιρίες (clawback και rebates).
Από την άλλη οι Βρυξέλλες υποστηρίζουν ότι οι σπάνιες ασθένειες και η έλλειψη οικονομικού συμφέροντος των φαρμακευτικών θέτουν σε κίνδυνο την προσβασιμότητα των ασθενών σε φάρμακα. Ποια είναι ακριβώς η κατάσταση στην Ελλάδα;
Δεν γίνονται μεταρρυθμίσεις, ουσιαστικές παρεμβάσεις στην σωστή κατεύθυνση του εξορθολογισμού του Συστήματος Υγείας με επίκεντρο τον άνθρωπο, τον Έλληνα ασθενή. Διαχρονικά δεν υλοποιούνται οι διαρθρωτικές εκείνες αλλαγές που απαιτούνται για να διασφαλιστεί -χωρίς αποκλεισμούς- το δικαίωμα του Έλληνα ασθενή να κάνει χρήση κάθε σωτήριας, για την υγεία του θεραπείας και να απολαμβάνει τα αγαθά της επιστημονικής εξέλιξης και προόδου.
Αντί για αυτό, για άλλη μια φορά προωθούνται οριζόντια, φοροεισπρακτικά μέτρα που είναι εις βάρος του Έλληνα ασθενή και της καινοτομίας. Πρόσφατα δημοσιοποιήθηκαν οι προθέσεις της κυβέρνησης σε ότι αφορά τα προτεινόμενα από το Υπουργείο Υγείας μέτρα, όπου για την αποζημίωση μιας νέας δραστικής ουσίας στη χώρα μας:
Θα απαιτείται να έχει αξιολογηθεί από έξι (6) χώρες που διαθέτουν σύστημα αξιολόγησης τεχνολογιών υγείας ή Health Technology Assesment (HTA)
Και θα υπάρχει επιπλέον υποχρεωτική έκπτωση 25% επί της ονομαστικής τιμής που ήδη είναι ανάμεσα στις 3 χαμηλότερες της Ε.Ε. των 27 χωρών.
Ουσιαστικά τι σημαίνουν τα παραπάνω μέτρα;
Πρώτα απ’ όλα μεταφράζονται σε επιπλέον μεγάλες καθυστερήσεις (τουλάχιστον 2-3 χρόνια) στην εισαγωγή νέων φαρμάκων στην Ελληνική αγορά με κίνδυνο κάποια φάρμακα να μην έρθουν ποτέ.
Οι Οργανισμοί ΗΤΑ έχουν συμβουλευτικό ρόλο και αξιολογούν διαφορετικά πράγματα. Οι 6 χώρες με ΗΤΑ που προτείνονται (η Βρετανία, η Γαλλία, η Ιταλία, η Πορτογαλία, η Σουηδία και η Ισπανία) διαθέτουν διαφορετικές διαδικασίες, ανομοιογενή κριτήρια αξιολόγησης και εφαρμογής του HTA, ενώ είναι εξαιρετικά σπάνιο ένα μεμονωμένο σκεύασμα να πληροί την προϋπόθεση έγκρισής του και στις 6 χώρες.
Με άλλα λόγια δυνητικά θα στερήσουμε φάρμακα από τη χώρα μας που θα κρίνονται απαραίτητα για εμάς αλλά δεν θα αξιολογούνται από άλλες χώρες του Βορρά, πχ φάρμακα για μεσογειακή αναιμία.
Επιπλέον, η κυβέρνηση θέλει να προσθέσει και μια επιπλέον έκπτωση 25% σε ένα περιβάλλον, γεμάτο υποχρεωτικές εκπτώσεις (rebates) και επιστροφές (clawbacks), που θα αποτρέψει σίγουρα πολλά καινοτόμα φάρμακα να έρθουν στην Ελλάδα.
Τιμωρώντας την καινοτομία, όμως, στην πραγματικότητα τιμωρεί τους Έλληνες ασθενείς, μετατρέποντάς τους σε πολίτες μειωμένων δικαιωμάτων. Καθώς, το βέβαιο είναι πως τα μέτρα αυτά θα αποθαρρύνουν πολλές εταιρίες να φέρουν προϊόντα καινοτόμα στην Ελλάδα, εάν επιβληθεί η εφαρμογή οριζόντιων μέτρων.
Θεωρείτε ότι υπάρχει άλλος δρόμος που θα μπορούσε να συνδυάσει μείωση δαπανών και διατήρηση της ποιότητας της παρεχόμενης περίθαλψης στην Ελλάδα;
Ο σεβασμός στις περιορισμένες δημοσιονομικές δυνατότητες της χώρας και η παροχή ταυτόχρονα υψηλού επιπέδου περίθαλψης στους πολίτες δεν είναι ασύμβατοι στόχοι. Για να ικανοποιηθούν όμως, απαιτείται η άμεση εφαρμογή γενναίων μεταρρυθμίσεων που θα επιτρέψουν την αντιμετώπιση χρόνιων παθογενειών και δυσλειτουργιών του δημόσιου συστήματος υγείας.
Ο τρόπος είναι να ανακατανεμηθούν οι διαθέσιμοι πόροι και να γίνει ορθολογική χρήση τους με αποκλειστικό σκοπό να εξυπηρετούνται αυστηρά και μόνο οι πραγματικές ανάγκες των Ελλήνων ασθενών.
Και φυσικά για όλα αυτά δεν χρειάζεται να εφεύρουμε τον τροχό ξανά, αλλά να αξιοποιήσουμε δοκιμασμένες και αποτελεσματικές λύσεις που εφαρμόζονται σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες άμεσα, γιατί οποιαδήποτε περαιτέρω καθυστέρηση είναι εις βάρος των Ελλήνων ασθενών.
Γιατί τόσα χρόνια το σύστημα αφέθηκε ανεξέλεγκτο και καμία προσπάθεια εξορθολογισμού δεν προχώρησε; Πού θα εστιάζατε την ευθύνη;
Είναι γνωστή σε όλους τόσο η αδύναμη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης, όσο και τα θεσμικά κενά που υπήρξαν σε πάρα πολλούς τομείς στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα την εμφάνιση ανορθολογικών πρακτικών και στρεβλώσεων, αλλά και την απουσία ορθών πρακτικών για την αντιμετώπισή τους.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι οι ευθύνες είναι πολλές και ποικίλες. Έχουν όμως, αναλυτικά επισημανθεί και αποτελούν κοινό τόπο.
Σήμερα όμως, το ζητούμενο δεν είναι η ατέρμονη επισήμανση των λαθών, αλλά η επείγουσα εφαρμογή των πολιτικών που θα τα θεραπεύσουν.
Ο φαρμακευτικός κλάδος στην Ελλάδα έχει εμπράκτως διακηρύξει την υποστήριξή του προς την Πολιτεία και έχει καταθέσει και ολοκληρωμένες προτάσεις για το σκοπό αυτό, προκειμένου να λειτουργήσει ως ο πιο ισχυρός σύμμαχός της, για να αποκτηθεί ένα βιώσιμο, λειτουργικό και αποτελεσματικό δημόσιο σύστημα υγείας στη βάση των Ευρωπαϊκών προδιαγραφών.
Πώς αντιμετωπίζει ο κλάδος τη δραματική μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης και τα αλλεπάλληλα μέτρα όπως το clawback, οι επιστροφές, τα όρια δαπανών;
Η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη που συνεχώς μειώνεται τα τελευταία χρόνια, σήμερα έχει οροφή τα 1,945 εκ. ευρώ και τα 570 εκ. ευρώ για τα νοσοκομεία είναι και ανεπαρκής και παρουσιάζει συνεχή και ανεξέλεγκτη υπέρβαση. Γιατί προσδιορίστηκε αυθαίρετα, χωρίς να λαμβάνει υπόψη της τις πραγματικές ανάγκες των Ελλήνων ασθενών, την επιβάρυνση της τριτοβάθμιας υγείας αλλά και τη ραγδαία αύξηση των ανασφάλιστων.
Τις επιπλέον ανάγκες τις καλύπτουν από τη μία οι ασθενείς (από το 9% το 2009 η μέση συμμετοχή ανήλθε στο 26% το 2015) και από την άλλη οι εταιρίες, που με τις υποχρεωτικές εκπτώσεις και επιστροφές χρηματοδοτούν το 25% των φαρμακευτικών δαπανών. Δηλαδή, 1 στα 4 φάρμακα τα δίνει δωρεάν ο φαρμακευτικός κλάδος.
Επιπρόσθετα, σαν να μην είναι αρκετά όλα αυτά η κυβέρνηση προχωρά σε επιπλέον και μόνιμη αφαίμαξη των φαρμακευτικών εταιριών. Στο ήδη ασφυκτικό πλαίσιο, με clawback και rebates εκτός ελέγχου, αυξάνουν κι άλλο τις φοροεισπρακτικές επιβαρύνσεις.
Ενδεικτική της κατάστασης που καλούνται να διαχειριστούν οι επιχειρήσεις, είναι ότι ο μηχανισμός αυτόματων επιστροφών (clawback) των φαρμακευτικών επιχειρήσεων προς τον ΕΟΠΥΥ το Α’ εξάμηνο του 2016 αυξήθηκε κατά 42.3% από το αντίστοιχο του 2015. Ενώ το νεοεισαχθέν νοσοκομειακό clawback ανήλθε σε € 140 εκατ. (41% της δαπάνης) και φαίνεται ότι το κλείσιμο του έτους θα τον βρει στο διπλάσιο.
Συνεπώς σε ένα κονδύλι € 570 εκατ. το γεγονός αυτό δημιουργεί ένα δυσβάσταχτο φορτίο. Και ενώ συμβαίνουν όλα αυτά αντί η κυβέρνηση να προχωρήσει επιτέλους σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, προωθεί νέα μέτρα κατά της καινοτομίας, που απειλούν τη βιωσιμότητα του φαρμακευτικού κλάδου που εδώ και καιρό λειτουργεί πάνω από τα όρια αντοχών του, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται συνθήκες εξόντωσης των φαρμακευτικών επιχειρήσεων, να απειλούνται χιλιάδες θέσεις εργασίας, καθώς και να δημιουργούνται συνθήκες αποεπένδυσης στον κλάδο.
Όταν συζητάτε με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τι σας λένε; Βρίσκετε ευήκοα ώτα στους προβληματισμούς σας; Διακρίνετε κάποια αναντιστοιχία σε όσα υποστηρίζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως ΓΔ Υγείας και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως μέλος της Τρόικα; Πόσο συνεργάσιμη και αποτελεσματική είναι η Ελληνική κυβέρνηση;
Είναι σημαντικό πως η επικοινωνία μας με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι σε καλό επίπεδο και βλέπουμε πως υπάρχει ενδιαφέρον στο να ακούσουν τα ζητήματα και τις ανάγκες αλλά και ταυτόχρονα δείχνουν ανταπόκριση και πνεύμα συνεργασίας στους τρόπους που μπορούμε να τα υπερβούμε.
Μάλιστα και στην πρόσφατη διακομματική θεσμική συζήτηση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο της 25.01.2017 συζητήθηκαν τα θέματα του πεδίου της Υγείας και αναγνωρίστηκε η ανάγκη για χάραξη εθνικής στρατηγικής για το χώρο της Υγείας και του φαρμάκου, αλλά και τη βιωσιμότητα του Δημόσιου Συστήματος Υγείας πάντα με προτεραιότητα στον ασθενή και τη διασφάλιση ότι θα έχει πρόσβαση στις αναγκαίες για τη ζωή του θεραπείες.
Παράλληλα, υπήρξε ταύτιση των απόψεων στην ανάγκη ενίσχυσης της πρόσβασης στα καινοτόμα φάρμακα αξιοποιώντας την αξιολόγηση της κλινικής τους αποτελεσματικότητας (outcomes), μέσω των συστημάτων Health Technology Αssessment (HTA), όπως συμβαίνει στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες.
Η ευρύτερη χρήση των θεραπευτικών πρωτοκόλλων και των μητρώων ασθενών μπορεί να συμβάλει αποτελεσματικά στον έλεγχο της ζήτησης και της δαπάνης και στο να έχει ο ασθενής τη σωστή θεραπεία τη σωστή στιγμή. Εν ολίγοις, αναγνωρίζεται από όλους, πως η αξιολόγηση της καινοτομίας είναι ένα σημαντικό εργαλείο για την χάραξη πολιτικής της υγείας, καθώς μπορεί να εκτιμήσει τη σχέση κόστους-οφέλους των καινοτόμων φαρμάκων και να αναδείξει την προστιθέμενη αξία τους, να βελτιώσει τη ποιότητα ζωής των ασθενών, αλλά και να συμβάλει στον εξορθολογισμό και του ελληνικού συστήματος υγείας.
Βεβαίως και από την πλευρά των θεσμών πρέπει εμπράκτως να δείξουν την κατανόησή τους. Η ώθηση για την εφαρμογή των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων πρέπει να συνοδευτεί και με τον καθορισμό της φαρμακευτικής δαπάνης στο σημείο εκείνο που θα επιτρέπει την κάλυψη των πραγματικών αναγκών των Ελλήνων πολιτών, καθώς η υγεία αποτελεί ένα αναφαίρετο δικαίωμα όλων των ευρωπαίων πολιτών. Κι αυτό είναι μια κατάκτηση που δεν πρέπει να χαθεί.
Ποια είναι η θέση σας για την προσπάθεια της Μαλτέζικης Προεδρίας –σε συνέχεια σχετικού ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου- να διαμορφωθούν περιφερειακές «συμμαχίες» που θα κάνουν κοινές διαπραγματεύσεις με τις φαρμακευτικές σε θέματα τιμολόγησης; Θεωρείτε ότι πρέπει να δημοσιοποιείται η τελική τιμή διαπραγμάτευσης;
Είναι εύλογη και θεμιτή η επιδίωξη της υιοθέτησης των βέλτιστων πρακτικών, προκειμένου να προωθηθεί ο στόχος του εξορθολογισμού και της βιωσιμότητας του δημόσιου συστήματος υγείας. Σε αυτό το διάλογο συμμετέχουμε ενεργά με ιδέες και προτάσεις. Η αντιμετώπιση των στρεβλώσεων απαιτεί και γενικές, αλλά και ειδικές παρεμβάσεις.
Για την Ελλάδα, είναι απολύτως απαραίτητο να προταχθούν θεσμικές αλλαγές και εργαλεία που ήδη εφαρμόζονται στην Ευρώπη και που μπορούν να επιφέρουν γρήγορα και δραστικά αποτελέσματα. Για τις κοινές δράσεις είμαστε θετικοί, υπό την αίρεση πως θα λαμβάνονται υπόψη οι απαραίτητες αντιστοιχίσεις και παραμετροποιήσεις, καθώς οι ανάγκες και οι συνθήκες-δημοσιονομικές, δημογραφικές, επιδημιολογικές-συχνά είναι πολύ διαφορετικές από χώρα σε χώρα.
Κρίνεται όμως απαραίτητο η κάθε χώρα να έχει την επάρκεια διαπραγμάτευσης σε τοπικό επίπεδο – σε όποιες θεραπείες θα κριθούν απαραίτητο – , ώστε να μεγιστοποιηθεί η δυνατότητα της θεραπευτικής προσέγγισης στο μεγαλύτερο δυνατό αριθμό ασθενών. Σε ό,τι αφορά τα αποτελέσματα αυτών των διαπραγματεύσεων προτείνεται η τήρηση της εμπιστευτικότητας, καθώς η Ελλάδα αποτελεί χώρα αναφοράς για την τιμολόγηση άλλων Ευρωπαϊκών χωρών και η δημοσιοποίηση θα υπονόμευε την αποτελεσματικότητά της.